ἐρικλάγκτας

ἐρικλάγκτας
ἐρικλάγκτας
1 loud sounding

ὄφρα τὸν Εὐρυάλας ἐκ καρπαλιμᾶν γενύων χριμφθέντα σὺν ἔντεσι μιμήσαιτ' ἐρικλάγκταν γόον P. 12.21


Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”